nikiforos 2Ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ ἀντιδρᾶ στὸ ὑπερφυσικό. Τὸ φυσικὸ τὸ βλέπει, τὸ μετρᾶ, τὸ ζυγίζει, τὸ περιγράφει. Ἐνῶ τὸ πέρα ἀπὸ τὴν φύσι θαῦμα προκαλῆ τὴν σειρὰ τοῦ λογικοῦ καὶ ψάχνει ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ τὸ καταρρίψη ἢ τέλος νὰ τὸ πιστέψη. Πῶς ἔγινε αὐτό;

Μπορεῖ νὰ γίνη αὐτό; Δὲν μπορεῖ νὰ γίνη αὐτό. Ἔτσι μὲ δυὸ τρία ἐπιχειρήματα, ὡς ἐκεῖ ποὺ φθάνει τὸ πάνσοφο μυαλό μας, καταρρίπτεται τὸ θαῦμα. Ἢ γονατίζει ταπεινὰ καὶ γίνεται ἕνα μὲ τοὺς ἁπλοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς σοφοὺς Μάγους πρὸ τοῦ Γεννηθέντος Χριστοῦ!

Ὁ ἄφθαστος σὲ ἁπλότητα Χρυσόστομος λύνει αὐτοὺς τοὺς Γόρδιους δεσμοὺς μόνο μὲ ἑφτὰ λέξεις. «Τὸ πῶς ἐπὶ Θεοῦ χώραν οὐκ ἔχει». «Ὅπου Θεὸς γὰρ βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις…».

Ὁ Μέγας Μασίλειος ὅμως, ὡς πανεπιστήμων τοῦ καιροῦ του, προσπαθεῖ μὲ τὸ παρακάτω κείμενό του νὰ δώση χέρι στὴν ἀνηφόρα τοῦ λογικοῦ καὶ νὰ βοηθήση κάπως σαὐτὸν ποὺ ἐρευνᾶ.

«Ἀντιλέγουν οἱ Ἰουδαῖοι στὴν Μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα. Ἰσχυρίζονται ὅτι στὸ Ἑβραϊκὸ κείμενο δὲν λέει ἡ Παρθένος, ἀλλὰ ἡ Νεᾶνις. Ἐπειδὴ μπορεῖ νὰ ὀνομάζεται Νεᾶνις μία νέα στὴν ἡλικία γυναῖκα καὶ ὄχι αὐτὴ ποὺ δὲν ἔχει ἐμπειρία γάμου.

Σαὐτοὺς μποροῦμε νὰ ἀπαντήσουμε εὔκολα. Διότι ἂν ἦταν νὰ γίνη ἐπίδειξι ἑνὸς θαυμαστοῦ γεγονότος καὶ ἀσυνήθιστου ἀπὸ τὰ κοινότοπα τῶν ἀνθρώπων, ποῦ θὰ ἦταν τὸ θαυμαστό, ἂν μία γυναῖκα ἀπὸ τὶς πολλές, ποὺ θὰ συνοικοῦσε μὲ ἕναν ἄνδρα, γινόταν μητέρα παιδιοῦ;

Καὶ πῶς θὰ ὀνομαζόταν Ἐμμανουὴλ (=μαζί μας εἶναι ὁ Θεός) τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννιοῦνταν μὲ τὸ θέλημα τῆς σαρκός;

Ὥστε ἂν αὐτὸ ποὺ θὰ δίνονταν ἦταν θαυμαστό, ἔπρεπε νὰ εἶναι παράδοξη καὶ ἡ γέννησί του. Ἂν δὲ ὁ τρόπος τῆς γεννήσεως θὰ ἦταν κοινός, σὰν καὶ ὅλων μας, τότε δὲν πρέπει νὰ λέγεται θαῦμα κι οὔτε νὰ ὀνομάζεται Ἐμμανουήλ.

Ὥστε λοιπόν, ἂν δὲν ἦταν Παρθένος αὐτὴ ποὺ γέννησε, τότε ποῦ εἶναι τὸ θαῦμα; Ἂν δὲν ἦταν θεϊκότερη ἡ γέννησι περισσότερο ἀπὸ τῶν ἄλλων, τότε πῶς θὰ γινόταν ἡ παρουσία τοῦ Ἐμμανουήλ;

Βεβαίως τὸ ὅτι ἡ λέξι νεᾶνις χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὰ παρθένα κορίτσια γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὰ λεγόμενα στὸ Δευτερονόμιο (22,25-27). «Ἐὰν βρῆ κάποιος τὸ ἀρραβωνιασμένο κορίτσι στὴν ἐρημιά, καὶ τὸ ἐξαναγκάση νὰ συνευρεθῆ μαζί του, θὰ φονεύσετε μόνο αὐτόν. Τὴν νεάνιδα δὲν θὰ τὴν τιμωρήσετε καθόλου, διότι αὐτὴ δὲν ἁμάρτησε γιὰ νὰ καταδικασθῆ σὲ θάνατο. Ὅπως ἂν κάποιος ἐπιτεθῆ στὸν πλησίον του καὶ τὸν σκοτώση. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν νεάνιδα. Τὴν βρῆκε στὴν ἐρημιά. Φώναξε ἡ νεάνιδα καὶ δὲν βρέθηκε ἕνας νὰ τὴν βοηθήση». Αὐτὴ ποὺ ζήτησε βοήθεια, εἶναι φανερό, ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν φθορά της ἦταν παρθένος. Εἶναι ἰσοδύναμο νὰ ποῦμε «φώναξε ἡ παρθένος, καὶ φώναξε ἡ νεάνιδα»…

Λοιπὸν ὁ Ἐμμανουὴλ γεννήθηκε ἀπὸ Παρθένο, ποὺ εἶπε, «πῶς θὰ γίνη σὲ μένα αὐτό, ἀφοῦ δὲν ἔχω σχέσι μὲ ἄνδρα;» Πρὸς αὐτὴν ὁ Ἄγγελος εἶπε, «Πνεῦμα Κυρίου θὰ ἔλθη σὲ σένα καὶ θὰ σὲ ἐπισκιάση δύναμι τοῦ Ὑψίστου». Ἔτσι αὐτὴ δὲν θὰ εἶναι ὑπόλογη στὸν περὶ καθαρισμοῦ νόμο. Εἶναι γραμμένο στὸ Δευτερονόμιο, ὅτι «ἂν μιὰ γυναῖκα λάβη σπέρμα καὶ γεννήση ἀγόρι, εἶναι ἀκάθαρτη γιὰ ἑφτὰ μέρες». Ἡ Παθένος ὅμως, ἐπειδὴ γέννησε τὸν Ἐμμανουὴλ ἀσπόρως, εἶναι καθαρὴ καὶ ἀμίαντη. Κι ἀφοῦ ἔγινε μητέρα, πάλι παρέμεινε Παρθένος.

Ἐπειδὴ ὁ πρῶτος Ἀδὰμ δὲν δημιουργήθηκε μὲ συνεύρεσι ἀνδρὸς καὶ γυναικός, ἀλλὰ πλάσθηκε ἀπὸ τὴν γῆ. Ἔτσι καὶ ὁ ἔσχατος Ἀδὰμ (ὁ Χριστός), γιὰ νὰ ἀνακαινίση τὴν φθορὰ ἐκείνου, ἔλαβε σῶμα ποὺ διαπλάσθηκε σὲ παρθενικὴ μήτρα. Ὥστε μὲ τὴν σάρκα ποὺ ἔλαβε, νὰ γίνη ὅμοιος μὲ τὸ ἁμαρτωλὸ ἀνθρώπινο σῶμα.

Σχετικὰ δὲ μὲ αὐτοὺς ποὺ δυσκολεύονται μὲ τὴν θεία οἰκονομία, νὰ παραδεχθοῦν τὴν παράδοξη ἐκ Παρθένου γέννησι, ὁ Δημιουργὸς ἔπλασε μερικὰ ζῶα, τὰ ὁποία μποροῦν νὰ γεννηθοῦν μόνο ἀπὸ τὸ θηλυκό, χωρὶς τὴν συμμετοχὴ τοῦ ἄρρενος. Αὐτὰ ἱστοροῦν γιὰ τοὺς γῦπες, ὅσοι διαπραγματεύονται γιὰ τὰ ζῶα».

Μ.Βασιλείου Εἰς προφήτη Ἡσαΐα κεφ. 7ο ΜignePG 30,464A- 465A

ἀρνιμα 19.12.2018

snntjodssfeff6