nikiforos 2«Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον…». Εἶναι ὁ νικητήριος παιᾶνας, τὸν ὁποῖο ἀναπέμπει δοξολογικὰ ἡ Ἐκκλησία μας ὄχι μόνο σήμερα στὴν μεγάλη γιορτή της, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε λειτουργία σὲ ὅλο τὸ ἔτος. Εἶναι σὰν νὰ ἀκοῦμε μιὰ φωνὴ ὡς ὑδάτων πολλῶν. «Πόσοι αἰῶνες πέρασαν σὲ αὐτὴν τὴν ἀναμονή; Γενεὲς πολλὲς περιμέναμε αὐτὰ τὰ γεγονότα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς.

Ἐπὶ τέλους ἦλθαν ἐνώπιόν μας καὶ πραγματοποιήθηκαν ὅλες οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν προφητῶν τὰ λόγια, ποὺ φαίνονταν καὶ ἀκούγονταν παράξενα, ὅταν λέγονταν». Μὲ πόσην ἀπορία θὰ ἄκουγαν τὸν προφήτη Ἰωὴλ ὅταν ἔλεγε τὴν προφητεία γιὰ τὴν ἔκχυσι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ὁποία ἀνέφερε στὸν λόγο του ὁ ἀπόστολος Πέτρος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς; «Πάρεστιν ἡ ἡμέρα Κυρίου, διότι εἶναι πολὺ κοντά μας. Αὐτὴ θὰ εἶναι συγχρόνως ἡμέρα σκότους, καὶ δυνατοῦ φωτός, ἡμέρα νεφέλης». «Ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ στείλω τὸ Πνεῦμα μου σὲ κάθε ἄνθρωπο. Θὰ προφητεύσουν τὰ ἀγόρια σας καὶ οἱ θυγατέρες σας. Οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὰ νέα παιδιὰ θὰ ἰδοῦν ὁράματα» (Ἰωὴλ 2,1-2 καὶ 3,1-3).

ΕΝΑ μεγάλο κεφάλαιο, ἀδελφοί μου, στὴν ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ ἀπόκτησι καὶ ἡ παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιὰ νὰ εἶναι ἄρτιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, χωρὶς ἐλλείψεις καὶ ἕτοιμος γιὰ κάθε ἀγαθὸ ἔργο. Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς δρόμους αὐτοῦ τοῦ πολύτιμου πλούτου εἶναι ἡ πνευματικὴ χαρὰ μέσῳ τῆς ἐν Χριστῷ ὑπομονῆς στὶς θλίψεις τοῦ ἐπίγειου βίου μας.

 Ἐπικεφαλίδα καὶ φωτεινὸς ὁδοδείκτης στὸν δρόμο αὐτὸν εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης. Τοὺς γράφει στὴν πρώτη ἐπιστολή του. «Μιμηθήκατε ἐμᾶς καὶ τὸν Κύριο, ἀφοῦ δεχθήκατε τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελίου μὲ πολλὲς θλίψεις καὶ μὲ χαρὰ ἁγίου Πνεύματος» (1,6). Συνδυάζει ὁ ἀπόστολος τὰ τρία τοῦτα μεγέθη. Προηγοῦνται δηλαδὴ οἱ θλίψεις στὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ ὡς ἐγγύησι, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, «ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ θλῖψιν ἕξετε». Τὸ δὲ μέγα ἀποτέλεσμα εἶναι ἀκατανόητο μὲ τὴν γήϊνη λογική. Ἀκολουθοῦν ἡ χαρὰ μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα.

Αὐτὸ ποὺ λέγει στοὺς Θεσσαλονικεῖς τὸ ἴδιο γεγονὸς μεταφέρει καὶ στοὺς Κορινθίους Β’ 8,1-2. «Γνωρίζω σὲ σᾶς τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ποὺ δόθηκε στὶς ἐκκλησίες τῆς Μακεδονίας. Διότι τὸ περίσσευμα τῆς χαρᾶς τους ἔγινε μὲ πολλὴ δοκιμασία θλίψεως». «Τὶ σημαίνει αὐτὸς ὁ λόγος; Ὅτι καὶ τὰ δύο, θλῖψι καὶ χαρά, ἔγιναν σαὐτοὺς μὲ περίσσευμα, ὑπερβολικά. Γιαὐτὸ καὶ ἦταν πολὺ παράδοξο. Ὅτι δηλαδὴ βλάστησε σαὐτοὺς τόσο ὑπερβολικὴ ἡδονὴ ἀπὸ τὴν θλῖψι. Ἡ θλῖψι ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἔφερε λύπη ἀλλὰ ἔγινε ἀφορμὴ εὐφροσύνης καὶ μάλιστα μεγάλης» (Ἰω Χρυσ εἰς Β’ Κορ ὁμιλ 16 ΕΠΕ 19,438).

Στοὺς Ρωμαίους γράφει, ὅτι «καυχόμαστε γιὰ τὶς θλίψεις μας, ἐπειδὴ γνωρίζουμε ὅτι ἡ θλῖψι κατεργάζεται πάνω μας τὴν ὑπομονή. ἡ δὲ ὑπομονὴ μᾶς φτιάχνει δόκιμους, ἡ δὲ δοκιμότης φέρει  τὴν ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπίδα δὲν μᾶς ντροπιάζει, διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ξεχύθηκε στὶς καρδιές μας μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα ποὺ μᾶς δόθηκε» (5,3-5).

Μιὰ ἀπόδειξι. Δίνει ἐντολὴ τὸ συνέδριο τῶν παρανόμων Ἰουδαίων καὶ δέρνουν τοὺς ἀποστόλους, ἀφοῦ τοὺς παράγγειλαν νὰ μὴ λαλοῦν γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καὶ αὐτοὶ φεύγουν χαρούμενοι, διότι ἀξιώθηκαν νὰ ἀτιμασθοῦν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός του. Ἀσφαλῶς δὲ μετὰ τὸν ξυλοδαρμὸ δὲν ἔπαυσαν νὰ διδάσκουν καὶ νὰ εὐαγγελίζωνται τὸν Ἰησοῦ στὸ ἱερὸ καὶ στὰ σπίτια (Πράξεις 5,40-42).

Οἱ θλίψεις στὴν ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἕνας κλῆρος δύσκολος καὶ συγχρόνως ἁγιαστικός. Εὔκολα τὸ λέμε καὶ δύσκολα τὸ πραγματοποιοῦμε. Στεκόμαστε πολλὲς φορὲς μὲ δέος μπροστὰ στὸν ἀνθρώπινο πόνο, γιὰ νὰ ψελλίσουμε ἕνα λόγο  παρηγορίας. Ἐξαιρετικώτατα δὲ σὲ κάποιους πολύπαθους ἀδελφούς μας, ποὺ πόνεσαν καὶ συνεχίζουν νὰ πονοῦν ἀσταμάτητα ἐπὶ συναπτὲς δεκαετίες. Πάντα ἀπορῶ γιατὶ ἐπελέγησαν αὐτοὶ καὶ ὄχι ἐγώ. Γιατὶ αὐτοὶ καὶ ὄχι ἐμεῖς. Ρώτησα κάποια πολυπονεμένη ψυχή, ἂν ἔχη ἕνα παράπονο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπάντησε μὲ χαμόγελο, πὼς δὲν εἶχε κανένα. Κι ὅταν ἡ γιατρὸς ἀντέδρασε θεωρώντας ἄδικο τὸν Θεὸ γιὰ τὴν καινούργια ἀσθένεια, κοντὰ στὴν χρονία ποὺ εἶχε ἐκ παιδικῆς ἡλικίας, ὁ ἀσθενὴς εἶπε, «Ξέρει τὶ κάνει ὁ Θεός. Μὴν ἐπεμβαίνης στὶς δουλειές του».

Αὐτοὶ εἶναι οἱ εὐλογημένοι χριστιανοί μας, ποὺ σηκώνουν σὰν ζυγὸ ὑποζυγίου τὸν Σταυρό τους καὶ ἀκολουθοῦν μὲ σιγουριά, ὅτι τοὺς ἀναμένουν ἀγαθά, ποὺ δὲν τὰ εἶδε μάτι κι οὔτε τὰ φαντάσθηκε λογισμὸς ἀνθρώπου (Α’ Κορινθίους 2,9). Εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν θλῖψι τὴν μεγάλη. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔπλυναν καὶ λεύκαναν τὶς στολές τους στὸ αἷμα τοῦ ἀρνίου καὶ στὸν πόνο. Σαὐτοὺς θὰ σκηνώση ὁ καθήμενος ἐπὶ τοῦ θρόνου. Αὐτοὺς θὰ τοὺς ὁδηγήση τὸ ἀρνίον σὲ δροσερὲς πηγὲς ὑδάτων καὶ θὰ ἐξαλείψη αἰωνίως ὅλα τὰ δάκρυα ἀπὸ τὰ μάτια τους (Ἀποκάλυψι 7,14-17).

Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στὴν Καθολικὴ ἐπιστολή του ἀφοῦ χαιρετίση καὶ εὐχηθῆ τὴν χαρὰ στὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ νέου Ἰσραὴλ ἀμέσως στὴν πρώτη διδαχή του πραγματεύεται τὸ μεγάλο κεφάλαιο τῶν δοκιμασιῶν στὴν ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ. Μάλιστα δὲ συνδέει τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς δοκιμασίες μὲ τὴν ὁλοκληρωμένη χαρά. Δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ χαρὰ χωρὶς Ἅγιο Πνεῦμα. Στὶς δοκιμασίες δοκιμάζεται ἡ πίστι, ὅπως τὸ χρυσάφι στὸ καμίνι καὶ ὁ τελικὸς καρπὸς τῆς δοκιμασίας εἶναι ἡ ὑπομονή. Τὸ δὲ ἔργο τῆς ὑπομονῆς ποιὸ εἶναι; Νὰ γίνη τέλειος ὁ χριστιανός, χωρὶς ἐλλείψεις. Κι ὅταν φθάση σὲ τοῦτο τὸ σημεῖο, τότε ἀποκτᾶ τὴν ἐν Χριστῷ σοφία. Αὐτὴ εἶναι ἡ σοφία ποὺ δὲν βρίσκεται στὰ κοσμικὰ γράμματα, ὅσα χρόνια κι ἂν τὰ σπουδάζη κάποιος. Εἶναι ἡ σοφία ποὺ εἶχε ὁ καθηγητὴς τῆς ἐρήμου Μέγας Ἀντώνιος. Ἐνῶ δὲν εἶχαν οὐδεμία σχέσι μὲ τὰ κοσμικὰ γράμματα τόσοι θεόσοφοι νηπτικοὶ πατέρες, ὅμως οἱ λόγοι τους ποὺ εἶναι θησαυρισμένοι στὰ γεροντικὰ τῆς Ἐκκλησίας μας διδάσκουν μέχρι σήμερα. Ἦσαν ἀγράμματοι κι ὅμως μίλησαν σοφά.

Στὸ τέλος οἱ ποικίλοι πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες στὴν ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ λειτουργοῦν ὡς πνευματικὴ προπόνησι μὲ προοδευτικὴ πορεία τὴν τελείωσί του. Ἔμεινε στὴν ἱστορία ὡς παγκόσμιος νικητὴς ἡ ἀπάντησι τοῦ Ἰὼβ στὴν ἀντιμετώπισι τῶν βαρυτάτων δοκιμασιῶν ποὺ ἔζησε. «Ὁ Κύριος ἔδωκε, ὁ Κύριος ἀφείλετο. Ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξε οὕτω καὶ ἐγένετο. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον». Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μεγαλειώδης καὶ δοξολογικιὴ κατάληξι τῆς κάθε λειτουργίας, ποὺ τελοῦμε σήμερα στοὺς ναούς μας. Εἶναι τὰ λόγια τοῦ μακαρίου Ἰὼβ ποὺ εἶπε κατὰ τὴν ἐπισφράγησι τῆς μεγάλης λειτουργίας του στὸ θυσιαστήριο τοῦ πόνου. Στὸ τέλος ἀκόμη κι ἂν οἱ δοκιμασίες μας προέρχωνται ἀπὸ τὴν μισάνθρωπη καὶ ζηλόφθονη δράσι τοῦ διαβόλου, ὅπως βλέπουμε νὰ γίνεται στὸν Ἰώβ, καὶ τότε μποροῦν νὰ μετατραποῦν σὲ ἐφαλτήριο πνευματικῆς ὠφέλειας καὶ προκοπῆς γιὰ τὸν χριστιανό.

Θαυμάζει ὁ ἅγιος Νικόδημος στὴν ἑρμηνεία του στοὺς ἀναβαθμούς. Ἀρχίζοντας ὁ πρῶτος «ἐν τῷ θλίβεσθαί με, εἰσάκουσόν μου τῶν ὀδυνῶν, Κύριε, σοὶ κράζω», καὶ σχολιάζει. «Βλέπεις, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, σὲ ποιὸ ὕψος καὶ προκοπὴ ἀνεβαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ θλίβονται; Βλέπεις ἐκεῖνοι ποὺ εἰσακούονται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴ θλῖψι τους; Ἀνεβαίνουν στὴ θεολογία τοῦ ἁγίου Πνεύματος; Ἄρχισε ὁ μελωδὸς τὸ πρῶτο ἀντίφωνο μὲ τὴν θλῖψι καὶ τελείωσε μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα» «Ἁγίῳ Πνεύματι τιμὴ καὶ δόξα ὥσπερ Πατρί, πρέπει ἅμα καὶ Υἱῷ» (Νέα Κλῖμαξ σελ 41). «Ἂν πάρουμε ἐπάνω μας τὴν ἀκαταμάχητη χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πράττοντας τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ εἴμαστε κατώτεροι ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους» (Ἰω Χρυσ εἰς κατὰ Ἰωάννη ὁμ 75 ΕΠΕ 14,452).

ΠΟΣΟ εὔκολα διαβάζονται τὰ ἀνωτέρω στὸ χαρτί! Καὶ πόσο δύσκολα βιώνονται στὴν ζωή! Ἂς εὐχόμαστε πάντα νὰ ἔχουμε αὐτὸν τὸν διπλὸ κλῆρο τῶν δοκιμασιῶν μὲ καρποφορία τὴν χαρὰ καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ἂς εὐχόμαστε καὶ γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ βαστάζουν τὸ βαρὺ διακόνημα τοῦ πόνου στὴ ζωή τους. Νὰ ἔχουν καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ὑπομονή. Τὸ πρόσωπό τους νὰ δίνη τὴν μεγάλη μαρτυρία, ὅτι εἶναι ζωντανὰ δοχεῖα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Νὰ σκορπίζουν ὀσμὴ εὐωδίας πνευματικῆς. ΑΜΗΝ.

20.5.2017

ἀρ.νι.μα. 

nikiforos 2