mpas243Η 25η Μαρτίου είναι το μεγαλύτερο εθνικό μας γεγονός, είναι το θαύμα του 19ου αιώνα.

Συνοψίζει ό,τι μπορεί ν’ αγαπήσει και να επιθυμήσει, ό,τι μπορεί ν’ αποχτήσει και να διατηρήσει ένας λαός που ποτέ του δε λύγισε, δεν υπέκυψε και κυρίως ποτέ δε λησμόνησε την ιστορία του και την αποστολή του.

       Γιορτάζουμε για άλλη μια φορά την εθνική μας γιορτή, μια από τις μεγαλύτερες γιορτές του ελληνικού έθνους.

Μέρα ξεχωριστή, μέρα διπλής εορτής.

Χαρά που το’ χουν τα βουνά

κι οι κάμποι περηφάνια,

γιατί γιορτάζει η Παναγιά,

γιορτάζει κι η Πατρίδα.

 

Σαν βλέπουν Διάκους με σπαθιά,

παπάδες με τουφέκια.

Σαν βλέπουν και το Γερμανό

της Πάτρας το Δεσπότη.

                Τα ψηλά τα βουνά γίνονται οι δέκτες των κλεφτών, που μη μπορώντας ν’ αντέξουν την τουρκική σκλαβιά, βρήκαν καταφύγιο σ’ αυτά, και γίνονται οι φορείς του μεγάλου ξεσηκωμού.

                Οι κληρικοί ευλογούν τους πολεμιστές και γίνονται αρχηγοί τους, οι λόγιοι διδάσκουν, οι έμποροι προσφέρουν τα πλούτη τους, οι ναυτικοί τα πλοία τους κι όλοι μαζί οι Έλληνες προσφέρουν τη ζωή τους.

Έναν όρκο και μόνο κάνουν : «Ελευθερία ή Θάνατος».

                Πανηγυρίζοντας σήμερα, ύστερα από 196 χρόνια, ας στρέψουμε το νου μας προς τους ήρωες, που τη ζωή τους θυσίασαν στο βωμό της πατρίδας μας και ας εκφράσουμε το σεβασμό μας και την εθνική ευγνωμοσύνη προς τους πατριώτες μας, τους γιγαντομάχους του ’21, που κατόρθωσαν ύστερα από τόσες θυσίες ν’ αναστήσουν την Ελλάδα.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ταπεινοί, στην πίστη ανυποχώρητοι, εραστές περίπαθοι της Πατρίδας, πνευματικές πραγματικότητες του Εικοσιένα θαυμάσιες, έκαμαν το Φραγκίσκο Σκούφο να γράψει : «Μίλησε κι εσύ, ω ουρανέ!........ όπου δεν φαίνεσαι πλέον ουρανός, αμή, χωρίς καμίαν υπερβολήν, όλος φαίνεσαι μία Ελλάδα!»

                Έτσι, μέσα από τους καπνούς και τα ερείπια, από το αίμα και τις θυσίες ξεπήδησε η νίκη, στεφανωμένη : «με λίγα χορτάρια, που είχαν μείνει στην έρημη γη».

                Θαυμάζοντας τις τολμηρές αποφάσεις τους και τα μεθυσμένα γιουρούσια τους, ζούμε κι αισθανόμαστε, έστω και νοερά, τις ηφαιστειακές εκρήξεις της ελληνικής τους λεβεντιάς, ανάβουμε το καντήλι της ευγνωμοσύνης μας, που καίει ακοίμητο σε κάποια απόμερη γωνιά της καρδιάς μας κι ενώνουμε τη φωνή μας με την προτροπή του ήρωα Μακρυγιάννη προς την Πατρίδα :

«Πατρίς, να μακαρίζεις όλους τους Έλληνες, ότι εθυσιάστηκαν δια σένα να σ’ αναστήσουμε, να ξαναειπωθείς άλλη μια φορά ελεύθερη Πατρίδα, όπου ήσουνα χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών. Όλους αυτούς να τους μακαρίζεις…».

                Σήμερα, καθώς γύρω μας, συντελούνται κοσμογονικές αλλαγές κι επικρατεί «μεγάλη αϋπνία στον κόσμο», το ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, ίδιο κρασί δυνατό, κρασί εξαγιασμένο, πέρα από τα γιγαντωμένα συναισθήματα υπερηφάνειας και θαυμασμού που μας γεμίζει, δημιουργεί και τεράστιες ευθύνες επαγρύπνησης και καθήκον διαφύλαξης της λευτεριάς που μας χάρισαν με το αίμα τους οι μεγάλοι του αγωνιστές.

                Η χώρα μας δοκιμάζεται από βαθύτατη κρίση, η οποία δεν είναι πρωτίστως οικονομική, αλλά κρίση αξιών.

                Η επανάσταση όμως των προγόνων μας κατά των Τούρκων συνιστά εποποιία σπάνια, αν όχι ανεπανάληπτη.

                Η διπλή γιορτή της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού υπογραμμίζει τις υψηλές αξίες και τα ιδανικά που ενέπνευσαν τους Έλληνες στο μακρύ αγώνα της ανεξαρτησίας, την Ελευθερία, την αξιοπρέπεια, τη δικαιοσύνη, την πρόοδο.

                Σήμερα, οι προκλήσεις που καλείται ν’ αντιμετωπίσει η Ελλάδα και ο Ελληνισμός είναι βεβαίως διαφορετικές. Όμως, η στόχευση όλων, της συλλογικής μας σκέψης και δράσης είναι σταθερή κι αμετακίνητη.

Μια Ελλάδα ισχυρή και περήφανη. Μια κοινωνία δίκαιη, αλληλέγγυα και ευημερούσα.

Αν χρειαστεί ποτέ, ας ακολουθήσουμε το παράδειγμα των αγωνιστών του ’21, για να αποδείξουμε ό τι κάθε σπιθαμή γης που είναι αιματοβαμμένη απ’ τους προγόνους μας δεν μπορεί ποτέ να παζαρευτεί και να πουληθεί.

                Μερικοί από τους ανθρώπους έχουν το προνόμιο να γεννιούνται παλικάρια και να γίνονται ήρωες. Αυτοί παίρνουν το δρόμο της Λεβεντιάς κι όταν έρθει η ώρα, φθάνουν μέχρι το θάνατο.

Τέτοια παλικάρια με γενναία καρδιά και πίστη ακλόνητη στα ιδανικά της Πατρίδας και της Ελευθερίας ήταν οι αγωνιστές του 1821.

                Κοινωνούμε στη χάρη τους και θαυμάζουμε το μεγαλείο τους.

Και αισθανόμαστε ύψιστο το χρέος και τεράστιες τις ευθύνες της επαγρύπνησης και μέγα καθήκον για τη διαφύλαξη της λευτεριάς, που μας χάρισαν με το αίμα τους οι μεγάλοι αγωνιστές. Τούτο το ύψιστο χρέος τους το οφείλουμε εμείς οι ζωντανοί, όπως το χρωστούμε σ’ αυτούς που θα’ ρθουν, θα γεννηθούν, τους αγέννητους καθώς προστάζει ο ποιητής.

                Οι ελάχιστες τούτες γραμμές αφιερώνονται σε όσους κράτησαν και τον τελευταίο χτύπο της καρδιάς, τη στερνή πνοή για την Πατρίδα, τη γη τη φωτοδότρα του Μέγα Αλεξάνδρου. Σ’ αυτούς που ανηφόρισαν ορμητικοί κι ακράτητοι, για ν’ απωθήσουν τον Αγαρηνό.

Στον Έλληνα ραγιά, που κράτησε τη φύτρα της ρωμιοσύνης, που ακολουθώντας τα χνάρια του Ναζωραίου και την πίστη τίμησε και το Γένος ανέστησε. Καθήκον και χρέος για την πολύπαθη Πατρίδα.

Τέλος, στους κλέφτες και τους αρματολούς των Καμβουνίων και της ευρύτερης περιοχής, στους αρματολούς Μπζιωταίους (Γούλα και Θανάση), που είχαν κέντρο και ορμητήριο το Μεταξά.

Στους Προγόνους και προπαππούδες μας, που έζησαν τον παλμό του ’21 και αγωνίστηκαν για το πολύτιμο αγαθό της ζωής, τη λευτεριά.

                Τελειώνω με τα παρακάτω Δημοτικά τραγούδια του Ελληνισμού, που αναφέρονται κατά την περίοδο της πτώσης της Βασιλεύουσας, του Αγώνα του ’21, μέχρι και το Μακεδονικό Αγώνα με τον ηρωϊκό θάνατο του πρωτεργάτη του Παύλου Μελά.

Τραγούδια που τα τραγουδούσαμε με τους μαθητές στην Εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου, αλλά και με τις παρέες στις εθνικές γιορτές.

                Τιμητική, λοιπόν, αφιέρωση στους μεγαλύτερους και στους μαθητές μου των <35> χρόνων, για να θυμούνται την όμορφη σχολική ζωή και τις σχολικές γιορτές.

                Το πρώτο τραγούδι είναι της περιοχής μας :


ΣΑΡΑΝΤΑ ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ ΛΙΒΑΔΙΩΤΙΚΑ

Σαράντα παλικάρια, Λιβαδιώτικα,

όλα κλεφτιά γυρεύουν κι όλα αρματωλοί.

Και πήραν ένα δρόμο, μια ξεροκαμπιά

και βρίσκουν ένα γέρο, βλαχογέροντα.

________

Άιντε, για πάμε γέρο, πάμε για κλεφτιά.

Άιντε, πάτε παιδιά μου, εγώ δεν έρχομαι.

Περάστε από τη στάνη κι απ’ τα πρόβατα

και πάρτε τον υγιό μου τον μικρότερο.

________

Που’ χει λαγού ποδάρια, πέρδικας φτερά.

Που ξέρει τα λημέρια, που λημέριαζαν.

που ξέρει τα μοναστήρια, πού’ παιρναν ψωμί,

που ξέρει τις κρυοβρύσες, πού’ παιρναν νερό.

u

ΚΑΛΟΓΡΙΑ ΜΑΓΕΡΕΥΕ (Πολίτικο)

Καλογριά μαγέρευε ψαράκια στο τηγάνι

και μια φωνή ψιλή – ψιλή φωνή απάνωθεν της λέγει.

Πάψε γριά το μαγερειό κι η Πόλη θα τουρκέψει,

κι ο Μουχαμπέτης θε να μπει στην Πόλη καβαλάρης.

Όταν τα ψάρια πεταχτούν και βγουν και ζωντανέψουν

τότε κι ο Τούρκος θε να μπει κι η Πόλη θα τουρκέψει.

Τα ψάρια πεταχτήκανε, τα ψάρια ζωντανέψαν

κι ο Αμιράς εισέβηκεν στην Πόλη καβαλάρης.

u

ΙΣΕΙΣ ΠΟΥΛΙΑ ΠΕΤΟΥΜΕΝΑ (Ανατολικής Μακεδονίας)

Ισείς πουλιά μ’ πιτουνούμενα

      Πιτάτε στον αέρα

      Χαμπέρ να πάτι μωρέ στο Μοριά.

Χαμπέρ να πάτι στο-νο Μοριά

Χαμπέρι στην Ελλάδα

Τούρκοι την Πόλη μωρέ πήρανε.

Τούρκοι την Πόλη πη-νήρανε

Πήραν τη Σαλονίκη

 Πήραν και τη μωρέ Αγιά Σοφιά.

Πήραν και την Αγιά-να Σοφιά

       Το μέγα μοναστήρι

       Πόχει τρακόσια μωρέ σήμαντρα.

u

 ΣΤΗ ΒΡΥΣΗ ΣΤΑ ΤΣΙΡΙΤΣΙΑΝΑ (Ηπείρου)

Στη βρύση στα Τσιρί-νι-τσιανα,

στον πα μωρέ στον πάτο από τη χώρα.

Μπολουκ-μπασιάδες αι γεια σας παιδιά,

Μπολουκ-μπασιά-δις κάθονταν.

Μπολουκ-μπασιάδις κά-να-θουνταν,

κι όλο μωρέ κι όλο Μαργαριτιώτες.

Κι ακούρμεναν αι γεια σας παιδιά,

κι ακούρμενα-αν τον πόλιμο.

Κι ακούρμεναν το πό-νο-λιμο,

που’ κα μωρέ που κάναν οι Σουλιώτες.

u

ΛΑΜΠΟΥΝ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ (Πελοποννήσου)

Λάμπουν τα χιο-μωρέ τα χιόνια στα βουνά

κι ο ήλιος στα λαγκάδια.

Έτσι λάμπει μωρέ λάμπει κι η κλεφτουριά.

Έτσι λάμπει μωρέ λάμπει κι η κλεφτουριά

        οι Κολοκοτρωναίοι.

Πόχουν τ’ ασή μωρέ τ’ ασήμια τα πολλά.

u

ΕΧΕ ΓΕΙΑ ΚΑΗΜΕΝΕ ΚΟΣΜΕ

Έχε γεια καημένε κόσμε,

έχε γεια γλυκιά ζωή.

Κι εσύ δύστυχη πατρίδα,

έχε γεια παντοτινή!

Έχετε γεια βρυσούλες, λόγγοι, βουνά, ραχούλες,

έχετε γεια βρυσούλες, κι εσείς Σουλιωτοπούλες.

u

ΣΑΒΒΑΤΟ ΕΒΑΛΑΝ ΒΟΥΛΗ (Πελοποννήσου)

Σάββατο έβαλαν βουλή κλέφτες και αρματωλοί.

Τέσσεροι καπεταναίοι κι όλο Κολοκοτρωναίοι.

Μες στο Τσαλντή επήγανε κι όλοι μαζί μιλήσανε

Με γυμνά σπαθιά στα χέρια και πετά σαν περιστέρια.

Όλοι μαζί μιλήσανε κι εκεί τα συμφωνήσανε

Για να παν να πολεμήσουν και τους Τούρκους να νικήσουν.

u

Ο ΧΑΛΑΣΜΟΣ Της ΝΑΟΥΣΑΣ (Κεντρικής Μακεδονίας)

Τρία πουλάκια αμάν αμάν καθόντανε,

στης Νάουσας το κάστρο, Μακρυνίτσα μου,

καημό που’ χει η καρδίτσα μου.

Έναν μιλώ, βρ’ αμάν κι άλλον μιλώ, βρ’ αμάν

βράδιασε και πού θα γείρω.

Το’ να κοιτάει κι αμάν αμάν τα Βοδενά,

τ’ άλλο τη Σαλονίκη, Μακρυνίτσα μου,

καημό που’ χει η καρδίτσα μου.

u

ΘΟΥΡΙΟΣ

 Ως πότε παλληκάρια, θα ζούμε στα στενά,

μονάχοι σαν λιοντάρια, στις ράχες στα βουνά;

Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή,

παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή.

u

Η ΑΡΚΑΔΙΑΝΗ (Πελοποννήσου)

Ποιος είδε την, γεια σ’ Αρκαδιανή

ποιός είδε την Αρκαδιανή.

Στα κλέφτικα ντυμένη, Αρκαδιανή καημένη.

Ποιος είδε ψάρι, γεια σ’ Αρκαδιανή,

ποιός είδε ψάρι στο βουνό

και θάλασσα σπαρμένη, Αρκαδιανή καημένη.

Δώδεκα χρό, γεια σ’ Αρκαδιανή,

δώδεκα χρόνους έκανε

στους κλέφτες καπετάνιος.

Κανείς και δε, γεια σ’ Αρκαδιανή

κανείς και δεν τη γνώρισε

πως ήταν κλεφτοπούλα.

Αρκαδιανή καημένη, στα κλέφτικα ντυμένη.

u

ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ (Δυτικής Μακεδονίας)

Λεβέντης εξεκίνησε για τη Μακεδονία,

Τα παλικά- τα παλικάρια ο Παύλος σύναξε.

Τα παλικάρια σύναξε κι όλο το Εικοσιένα.

Παιδιά μας κρά- παιδιά μας κρά

Μας κράζει η Καστοριά.

Παιδιά μας κράζει η Καστοριά κι όλη η Μακεδονία

Μας προσκαλούν – μας προσκαλούν παιδιά μ’ τα Γρεβενά.

Γέφυρα θε να φκιάξω σ’ όλα τα ρέματα

Για να περάσ’ ο Παύλος με τα στρατεύματα.

Αέρας τα φυσάει τα πλατανόφυλλα

Θεός να τα φυλάει τα Ελληνόπουλα.

u

Εύχομαι από καρδιάς «Χρόνια Πολλά» και ιδιαίτερες ευχές σε όσους γιορτάζουν!

«ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ» σ’ όλους τους Έλληνες.

Μεταξάς, 24-03-2017

Παναγιώτης Μπασιάς

(Συνταξιούχος Δάσκαλος)

mpas243